Translate -TRANSLATE -

Παρασκευή 29 Ιουλίου 2016

ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΑ ΣΠΙΤΙΑ ΣΤΗΝ ATTIKH KAI OXI MONO


ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΑ ΣΠΙΤΙΑ ΣΤΗΝ ATTIKH KAI OXI MONO



Σπίτια παλιά, αρχοντόσπιτα ή ταπεινά, ερείπια πολλές φορές,  κουβαλούν ιστορίες μυστηρίου παλιές όσο και αυτά. Πολλοί είναι αυτοί που μιλούν για φωνές που ακούγονται δυνατά, ουρλιαχτά, ακαταλαβίστικες γλώσσες, άυλες λευκοντυμένες μορφές, κυματισμό κουρτινών στα γυμνά παράθυρα. Ψυχοθεραπευτές κάνουν λόγο για την “αύρα” του νεκρού που συνεχίζει να πλανάται μετά θάνατον… Τα πιστεύετε .. δεν τα πιστεύετε... Aς τα δούμε… και ας σχολιάσουμε…

Θησείο (Ηλ. Σταθμός)


Ένα σπίτι πίσω από το σταθμό του ηλεκτρικού  στο Θησείο, κρύβει μια τραγική ιστορία. Εκεί, γύρω στα 1935, κατοικούσε μαζί με τη μητέρα της, μια πανέμορφη κοπέλα, η Αθανασία, που εργαζόταν μέρα-νύχτα για να μαζέψει χρήματα για την προίκα της και να παντρευτεί τον καλό της. Όμως, μια μέρα, η μητέρα της, της άρπαξε τις οικονομίες της και εξαφανίστηκε με τον εραστή της! (ναι! καλά διαβάσατε!). Η φτωχή κοπέλα, εγκαταλειμμένη από τον αρραβωνιαστικό της μαράζωσε και έδωσε τέλος στη ζωή της. Άλλοι λένε ότι πρώτα σκότωσε τη μητέρα της και ύστερα αυτοκτόνησε.
Οποία όμως και αν είναι η αλήθεια, στο σπιτάκι, που χρόνια τώρα είναι έρημο, πολλοί λένε ότι τις νύχτες ακούγεται ακόμη το γοερό κλάμα της άτυχης Αθανασίας.
Πάντως κανένας κάτοικος της πολυσύχναστης πλέον γειτονιάς του Θησείου δεν έχει δει ή ακούσει το συγκεκριμένο φάντασμα αν και ο κ. Μανώλης, 70 χρόνων πια επιβεβαιώνει την ξακουστή ιστορία της άτυχης Αναστασίας. «Οι παλαιότεροι έλεγαν ότι είχαν ακούσει το κλάμα της, αλλά εγώ ούτε το πίστεψα ούτε το άκουσα ποτέ»…

Καλλιθέα,  Ξενώνας οίκου τυφλών
Ο Οίκος Τυφλών στεγάστηκε αρχικά στην οικία Λασκαρίδου στην Καλλιθέα. Με δαπάνη των αδελφών Ραφαήλ και Ανανία Αμπέτ, Σύριων εμπόρων και τραπεζιτών της Αιγύπτου, που απέκτησαν την ελληνική υπηκοότητα και ίδρυσαν και στο Κάϊρο την Αμπέτειο Σχολή, αγοράστηκε από την Οικοδομική Εταιρεία τους το μεγάλο οικόπεδο της οδού Θησέως 210 και χτίστηκε εκεί το Αμπέτειον Μέλαθρον, όπου στεγάζεται από το 1910 ο Οίκος Τυφλών.
Η εξαιρετικά πρωτοποριακή για την εποχή της οργάνωση του Οίκου Τυφλών οφείλεται κατά κύριο λόγο στη διευθύντρια Ειρήνη Λασκαρίδου, η οποία υπηρέτησε σε αυτή τη θέση επί τριάντα χρόνια (1909-1938). Το ίδρυμα παρείχε διαμονή σε παιδιά με προβλήματα οράσεως από όλη την Ελλάδα, μαθήματα στοιχειώδους εκπαίδευσης αλλά και υφαντικής, κεραμικής, πλεκτικής και μουσικής. Στόχος αυτών των μαθημάτων ήταν η δυνατότητα επαγγελματικής αποκατάστασης των παιδιών, όταν θα αποφοιτούσαν από τον Οίκο Τυφλών. Μετά την επίσκεψη της τυφλής και κωφάλαλης παιδαγωγού Helen Keller (1880-1968) το 1946, η προσφερόμενη εκπαίδευση επεκτάθηκε και στους τυφλοκωφάλαλους.
Το 1922 χτίστηκε και ξενώνας για τη φιλοξενία τυφλών παιδιών απέναντι από το κυρίως κτήριο. Πρόκειται για κτίσμα εντυπωσιακών διαστάσεων και αρχιτεκτονικής, σχεδιασμένο από τον Α. Βάλβη, στη συμβολή των οδών Περικλέους και Μεταμορφώσεως. Αργότερα στεγάστηκε εκεί το 4ο Δημοτικό Σχολείο, το οποίο, από το χρώμα του κτιρίου, έμεινε γνωστό ως κόκκινο σχολείο. Σήμερα παραμένει διατηρητέο και ετοιμόρροπο.
Πολλοί είναι οι θρύλοι που έχουν δημιουργηθεί για το συγκεκριμένο κτίριο… Όπως μάθαμε από κατοίκους της περιοχής και από τον περιπτερά που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το κτίριο, αρκετά βράδια ακούγονται κλάματα αλλά πολλές φορές και χαμόγελα παιδιών… Λέγεται ότι είναι τα παιδιά του ξενώνα του οίκου τυφλών όπου φιλοξενούνταν εκεί…
Άλλες μαρτυρίες μιλάνε για μορφές παιδιών που στέκονται στα παράθυρα τις βράδυνες ώρες και κοιτούν προς το δρόμο… Κανείς βέβαια δεν γνωρίζει αν αυτά είναι αλήθεια ή ψέματα. Άλλωστε οι αστικοί θρύλοι θα παραμένουν πάντα θρύλοι… Παρεπιπτόντως λίγοι έως ελάχιστοι είναι αυτοί οι οποίοι δοκιμάζουν να μπουν μέσα στο κτίριο νύχτα…

Καστέλα, Το στοιχειωμένο σπίτι


Πολλές ιστορίες ακούγονται για το στοιχειωμένο σπίτι της Καστέλας, που σου δημιουργούν ρίγη φόβου όταν τις ακούς! Το σπίτι αυτό ήταν ιδιοκτησία της οικογένειας των Μαυρομιχαλέων. Αυτό φαίνεται κι από το πόμολο της εξώπορτας, που έχει το μονόγραμμα της οικογενείας. Ο θρύλος λέει, πως ένας Τούρκος την περίοδο της Τουρκοκρατίας βίασε και σκότωσε μια κοπέλα, μέσα στο σπίτι αυτό κι από τότε το πνεύμα της κατοικεί στο σπίτι, τρομάζοντας τους επισκέπτες του. Το σπίτι έχει δύο πλευρές, μια προς τα Βοτσαλάκια και μία άλλη προς τον δρόμο. Η πρόσβαση στο σπίτι είναι σχετικά εύκολη, έτσι ώστε όποιος θελήσει να λύσει το μυστήριο, να μπορεί να το επισκεφθεί! Ποιός ξέρει, μπορεί να υπάρχει το φάντασμα! Μπορεί και όχι!

Κηφισιά, Βίλα Καζούλη


Στην άλλη άκρη της Αττικής, στα βόρεια και συγκεκριμένα στην Κηφισιά στέκει ένα άλλο στολίδι αρχιτεκτονικής, η επονομαζόμενη Βίλα Καζούλη. Πολλοί νεκροί από διάφορες χρονικές περιόδους έτυχαν βίαιου θανάτου και βρίσκονται μέχρι και σήμερα θαμμένοι κάτω από τη βίλα. Ιδιαίτερα κατά την περίοδο της κατοχής στα υπόγειά της βασανίστηκαν απάνθρωπα, εκατοντάδες παλικάρια, αγωνιστές της Αντίστασης, όπου άφησαν και την τελευταία τους πνοή.
Κατά συνέπεια, όπως απαιτεί η μεταφυσική παράδοση, για ανθρώπους που πέθαναν βίαια και άδικα, τα φαντάσματα των νεκρών τριγυρίζουν στη Βίλα ψάχνοντας για δικαίωση…
Κατά την ιστορική αναδρομή του σπιτιού, σύμφωνα με ένα συμβόλαιο αγοράς που ανακάλυψε ο κ. Σαμιωτάκης, προϊστάμενος της Τεχνικής Υπηρεσίας του Εθνικού Κέντρου Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης, διαπιστώνεται πως πριν το χτίσιμο της βίλας το μέρος χρησιμοποιήθηκε σαν νεκροταφείο με την ονομασία «Μνημούρι» ή «Τουρκικά μνήματα». Λίγο πριν το 1900, το οικόπεδο που στέγαζε το νεκροταφείο, αγοράστηκε από τον Νικόλαο Καζούλη με σκοπό να χτιστεί η παραθεριστική αυτή κατοικία. Μετά το θάνατό και της συζύγου του Καζούλη, η βίλα πέρασε στην κόρη του Ιωάννα, στη διαθήκη της οποίας εκχωρήθηκε το 1/3 της βίλας στον αδελφό της, το 1/3 στην κόρη της από τον πρώτο της γάμο και 1/3 μοιράστηκε στην ανιψιά της, στην Ακαδημία Αθηνών και στην Ελληνική Κοινότητα Αλεξάνδρειας. Αιτία για την περίεργη αυτή διαθήκη φαίνεται να είναι ο δεύτερος σύζυγος της Ιωάννας Καζούλη, Παναγιώτης Αριστρόφρονος, ο οποίος θαυμαστής και μελετητής του Πλάτωνα ασχολιόταν με τις ανασκαφές και επιθυμούσε η βίλα να μετατραπεί σε κέντρο Μελέτης με την ονομασία «Ακαδημία Πλάτωνος».

Η βίλα όμως γνώρισε και μαύρες μέρες κατά την περίοδο της κατοχής αφού υπήρξε Γερμανικό Φρουραρχείο. Στα υπόγειά της βασανίστηκαν αγωνιστές τις αντίστασης και στο κήπο της αναφέρεται πως θάφτηκαν τουλάχιστον 12 έλληνες στρατιώτες.
Μετά την αποχώρηση των κατακτητών, το κτίριο συνδέθηκε με ένα σωρό φοβερές ιστορίες. Πολλοί ήταν οι κάτοικοι της περιοχής που ισχυρίζονταν οτι άκουγαν τα ουρλιαχτά και τα κλάματα των θυμάτων και έβλεπαν τα φαντάσματά τους να κυκλοφορούν τις νύχτες και να ζητούν βοήθεια. Επίσης διάφορες οπτασίες και τραγούδια έχουν στοιχειώσει το οίκημα.
Από το 1949, η βίλα πέρασε στο Ελληνικό Δημόσιο και το 1953 στέγασε τους σεισμοπαθείς των Ιονίων Νήσων. Αργότερα αγοράστηκε από το ΙΚΑ και πριν από 10 περίπου χρόνια πέρασε στο Υπουργείο Περιβάλλοντος. Μετά την αναπαλαίωση της, στεγάζει το Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος και Αειφόρου ανάπτυξης.
Αν και παλαιότερες μαρτυρίες θέλουν τα φαντάσματα των θυμάτων που μαρτύρησαν στη βίλα να κυκλοφορούν τη νύχτα φωνάζοντας βοήθεια ή να ουρλιάζουν στα υπόγειά της, τόσο οι υπάλληλοι του κέντρου όσο και οι τωρινοί κάτοικοι της περιοχής επιβεβαιώνουν πως δεν ακούν καμία φωνή να εκλιπαρεί τις νύχτες. «Ιστορίες έχουμε ακούσει κι εμείς κυρίως από γηραιότερους που τώρα έχουν πεθάνει, εγώ προσωπικά 22 χρόνια μένω απέναντι δεν έχω ακούσει κανένα ουρλιαχτό και δεν έχω δει κανένα φάντασμα. Ίσως βαρέθηκαν τόσα χρόνια στο ίδιο μέρος κι έφυγαν για άλλη βίλα, ποιος ξέρει» αναφέρει η κ.Σοφία αντιμετωπίζοντας με τη σειρά της, τις ιστορίες «φαντασμάτων» με έντονες δόσεις χιούμορ.

Οδός Άγρας 22, Καλλιμάρμαρο

Νεοκλασικό κτίριο, κτήμα ενός πρώην σταβλάρχη του Βασιλιά Κωνσταντίνου. Από το αρχοντικό αυτό, ξεπηδούν μορφές και σκιές, που ποτέ δεν προκάλεσαν κακό, ούτε πείραξαν κανένα, αλλά και μόνο στη θέα τους, μένεις “παγωμένος”.
Το σπίτι αυτό βρίσκεται ουσιαστικά πίσω από το Καλλιμάρμαρο. Δεν φτάνεις εύκολα εκεί, καθ' ότι η οδός Άγρας διακόπτεται απότομα και συνεχίζει από ένα άσχετο σημείο. Στα δεξιά όπως ανεβαίνει κάποιος υπάρχει ένας μικρός λόφος, πάνω στον οποίο είναι το σπίτι. Αυτή τη στιγμή (2010) είναι κατά το ήμισυ ανακαινισμένο, αλλά ακόμα εγκαταλελειμμένο. 

 Την 'παράσταση' όμως μπορεί να κλέψει το σπίτι με τον αριθμό 21, που βρίσκεται απέναντι. Το σπίτι φαίνεται εγκαταλελειμμένο. Κι όμως, υπάρχει στο χώρο η αίσθηση μιας δυνατής παρουσίας. Αριστερά και δεξιά της ταλαιπωρημένης, αλυσοδεμένης μεταλλικής θύρας, πίσω από την οποίαν οργιώδη αναρριχητικά φυτά εξαπλώνονται και συμπλέκονται προς κάθε κατεύθυνση, κυρίες της οικίας, δύο γάτες, στέκουν ως μυστήριες φρουρο και ιέρειες ναού της Αιγύπτιας Μπαστέτ, κοιτάζοντας αφ᾿ υψηλού και με ανεξιχνίαστο βλέμμα τοις περαστικούς. Η επιγραφή στην πόρτα εξαλείφει και την τελευταία αμφιβολία για την κυριότητα της οικίας: Στην πλακέτα αυτή είναι γραμμένο ένα ποίημα σε τρεις στίχους και στην αγγλική γλώσσα. "Ι shall not reign, To serve I disdain, The cat I remain". Οι γείτονες λένε ότι ανήκει σε μια γυναίκα η οποία έχει μετατρέψει το σπίτι της σε γατοτροφείο. Έχει μαζέψει όλες τις αδέσποτες γάτες τις περιοχής και τις φιλοξενεί μόνιμα στα δωμάτια του σπιτιού της. 

Οι γείτονες δεν γνωρίζουν σε ποιον ανήκει το "στοιχειωμένο" σπίτι στον αριθμό 22 σήμερα. Γνωρίζουν όμως τον αρχικό ιδιοκτήτη, ο οποίος είχε ξεκινήσει την ανακαίνιση αλλά την σταμάτησε ξαφνικά όταν πέθανε μέσα σε 1 μήνα ο γιος του και η γυναίκα του ταυτόχρονα. 

Οδός Ακαδημίας 58Α στην Αθήνα

 Εκεί υπάρχει ένα πολύ στενό κτίριο που δείχνει πολύ παλιότερο από τις πολυκατοικίες γύρω του. Έχει μια βαριά σιδερένια πόρτα και πριν το 1993 πάνω από την πόρτα κρεμόταν ένα μεταλλικό αγαλματίδιο ενός φτερωτού δαίμονα. Αυτό αφαιρέθηκε στην διάρκεια των δικών των σατανιστών, αλλά μέχρι σήμερα υπάρχει η κρεμάστρα απ’ όπου κρεμόταν. Γι’ αυτό το κτίριο λέγεται ότι γινόταν σατανιστικές τελετές.
Το κτίριο είναι διώροφο. Στους χώρους αυτούς εκτίθεντο παλαιότερα τα αντικείμενα της συλλογής του Μουσείου Λοβέρδου. Λίγο μετά την παραχώρηση της συλλογής στο Βυζαντινό Μουσείο το 1979, η κυρίως οικία της Μαυρομιχάλη 8, μαζί με τις αίθουσες (Rooms) του Μουσείου Λοβέρδου, άρχισε να λειτουργεί ως βεστιάριο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (διοργανώνονταν και κάποιες εκδηλώσεις εκεί), ενώ οι διάδρομοι του Μουσείου (Sections) σφραγίστηκαν με τούβλα και χρησιμοποιήθηκαν ως αποθηκευτικοί χώροι.
Σχετικά με την πόρτα επί της οδού Ακαδημίας με το γοτθικό στυλ αυτή είναι ενσωματωμένη σήμερα σε ένα σύγχρονο κτίριο και ήταν η δευτερεύουσα είσοδος / έξοδος της οικίας Λοβέρδου επί της οδού Μαυρομιχάλη. Τα παλιά χρόνια φαίνεται ότι οι άνθρωποι προτιμούσαν τις κύριες εισόδους σε διακριτικότερους παρά κεντρικούς δρόμους.
Ο Διονύσιος Λοβέρδος ήταν «ψαγμένος» και κάπως έτσι εξηγείται το περίεργο γλυπτό δράκου που κοσμούσε το υπέρθυρο της Ακαδημίας 58. Όσον αφορά την αίθουσα τελετών μέσα στο σπίτι και το παρεκκλήσι· ήταν ένα έργο απαράμιλλης τέχνης με ένα περίτεχνο ξύλινο τέμπλο.
Το άγαλμα ενός ιππότη, γονατιστού, με το πρόσωπο στραμμένο προς τα επάνω και τα χέρια ενωμένα σε στάση προσοχής ήταν μέσα στο παρεκκλήσι.
Το κτίριο ήταν ιδιοκτησία του Δ. Λοβέρδου, συνιδρυτή της Ιονικής και Λαϊκής Τράπεζας και κατασκευάστηκε από τον ίδιο που ήταν υψηλόβαθμος τέκτων... 

Οδός Αλκιβιάδου, Πλατεία Βάθης

Οδός Αλκιβιάδου, ο αποκατεστημένος πύργος, και ο μονόχειρας εγκληματίας… ο οποίος τρομοκρατεί οποιονδήποτε περνά από εκείνο το σημείο, από τα 1920…
Οι παλαιότεροι Αθηναίοι ασφαλώς θα έχουν ακούσει την ιστορία με τον μονόχειρα και πιθανότατα να θυμούνται τη χαρακτηριστική φιγούρα του, που περιφερόταν στην περιοχή της Πλ. Βάθης γύρω στα 1920. Ο μονόχειρας με την αγριωπή όψη, ζούσε σε ένα από τα παλαιότερα σπίτια, στον πύργο της οδού Αλκιβιάδου και αποτελούσε φόβο και τρόμο για τους πιτσιρίκους της γειτονιάς. Η ιστορία με τον μονόχειρα πέρασε από στόμα σε στόμα, 60 περίπου χρόνια μετά τον θάνατό του και έγινε θρύλος. Ένας θρύλος που λέει ότι ο μονόχειρας έγινε φάντασμα και εξακολουθεί να κόβει την ανάσα στους κατοίκους της περιοχής και σε όσους τύχει να περάσουν νύχτα έξω από τον πύργο της οδού Αλκιβιάδη.

Οδός Ελευθερίου Βενιζέλου, Ν. Φάληρο
Ελευθερίου Βενιζέλου 16 και Σμολένσκυ 


Το συγκεκριμένο οίκημα ήταν κατοικία του πρωθυπουργού Αλ. Κορυζή, ο οποίος πέθανε κάτω από περίεργες συνθήκες λίγο πριν από την αναχώρηση της κυβέρνησής του για την Κρήτη και θεωρείται στοιχειωμένο. Πιο συγκεκριμένα, οι οπτασίες που εμφανίζονται εκεί “αργοσβήνουν” σιγά-σιγά.
Τα περίεργα φαινόμενα που έχουν παρατηρηθεί στον πύργο Κορυζή έχουν μάλλον σχέση με την ιστορία του κατόχου του ο οποίος ήταν ο διάδοχος του Μεταξά στη πρωθυπουργία και πήρε εξ’ ολοκλήρου την ευθύνη για την εισβολή των γερμανών στη χώρα. Μετά απ’ αυτό τρελάθηκε και αυτοκτόνησε αλλά το πνεύμα του σύμφωνα με τους γείτονες δεν έφυγε ποτέ από εκεί, και υπάρχουν μαρτυρίες ότι ακούγονται τα βήματα και η φωνή του.

Οδός Λασκαρίδου, Καλλιθέα,
(Δημοτική Πινακοθήκη Καλλιθέας)


Η ιστορία πάθους και έρωτα της ζωγράφου Σοφίας Λασκαρίδου, και του ποιητή Παναγιώτη Γιαννόπουλου. Ο ποιητής ζήτησε τη ζωγράφο σε γάμο, αλλά εκείνη αρνήθηκε. Απογοητευμένος εκείνος, έπεσε στο Σκαραμαγκά με το άλογό του, και αυτοκτόνησε. Στην είδηση του θανάτου του, η Σοφία έπαθε νευρικό κλονισμό. Κλείστηκε στο αρχοντικό της, και έκλαιγε γοερά. Τελικά, πέθανε από τον καημό της.
Από τότε, όλοι οι κάτοικοι λένε για τη Σοφία, πως εξακολουθεί και γυρίζει ντυμένη στα λευκά, φωνάζοντας το όνομα του αγαπημένου της, και κλαίγοντας γοερά…
Η ανακαίνιση της ιστορικής κατοικίας της ζωγράφου Σοφίας Λασκαρίδου που ήταν έτοιμη να καταρρεύσει  και η μετατροπή της σε δημοτική πινακοθήκη έγινε το 2001 από τον Δήμο Καλλιθέας. Πρόκειται για ένα πανέμορφο σπίτι, ένα από αυτά που έχουν πλέον σχεδόν εκλείψει από την πόλη μας. Το σχεδίασε το 1887 ο διάσημος γερμανός αρχιτέκτονας Ερνστ Τσίλερ (1837-1923) και είναι ένα από τα πρώτα κτίσματα του οικισμού της Καλλιθέας. 

Οδός Προφήτη Ηλία, Χαλάνδρι

Το σπίτι της πιανίστριας Τζίνα Μπαχάουερ. Πέθανε το 1976. Έδωσε εντολή να παραχωρηθεί το σπίτι της στο Ωδείο Αθηνών, πράγμα που δεν έγινε ποτέ… Από τότε η Τζίνα, συνεχίζει να χαρίζει τις ίδιες μελωδίες στους γείτονές της…
Πάνω από την αριστερή όχθη του ρέματος, στην οδό Προφήτη Ηλία, συναντάμε το σπίτι της Τζίνα Μπαχάουερ. Η διεθνούς φήμης πιανίστρια πέθανε το 1976 αφήνοντας το με τη διαθήκη της το σπίτι στο Ωδείο Αθηνών. Από τότε το οίκημα παραμένει εγκαταλελειμένο. Η θλιβερή εικόνα συνοδεύεται από παράδοξες φήμες. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι μερικές νύχτες ακούγεται μουσική από το έρημο σπίτι λες και η Τζίνα, συνεχίζει να χαρίζει τις ίδιες μελωδίες στους γείτονές της· κάτι σαν απόηχος των κονσέρτων που δίνονταν άλλοτε στον κήπο και τα οποία τιμούσαν με την παρουσία τους πολλές προσωπικότητες. Δε γνωρίζουμε αν έχουν βάση τέτοιες μαρτυρίες, πάντως είναι γεγονός ότι μπαίνοντας εκεί νιώθεις ένα σφίξιμο στην καρδιά. Όλα παραπέμπουν σε ντεκόρ ταινίας τρόμου. Έρημα δωμάτια, λεηλατημένα. Η μοναδική κίνηση έρχεται από τις λευκές κουρτίνες στα σπασμένα παράθυρα. Όσοι ξέρουν το σπίτι έχουν να λένε ότι το γαλήνιο λίκνισμά τους δε σταματά ακόμη και τις αυγουστιάτικες μέρες που η πλήρης άπνοια σου κόβει την ανάσα..."
Ένα μαύρο φόρεμα φορούσε εκείνη τη νύχτα του 1976 καθώς ετοιμαζόταν να αναχωρήσει από το σπίτι της στο Χαλάνδρι για το Ηρώδειο, για να μαγέψει για άλλη μια φορά το κοινό της με τις υπέροχες μελωδίες της. Όμως δεν έφτασε ποτέ. 40 χρόνια μετά τον θάνατό της, οι φήμες συνεχίζονται...


Η Τζινα Μπαχάουερ γεννήθηκε το 1910 στην Αθήνα από πατέρα αυστριακό και μητέρα Ιταλίδα. Γονείς φιλόμουσοι, ωστόσο κανείς δεν ασχολήθηκε επαγγελματικά με την μουσική. Το πρώτο μουσικό ερέθισμα για την Τζίνα αποτέλεσε το ρεσιτάλ ενός περίφημου πιανίστα, του Εμιλ φον Σάουερ, σε ηλικία μόλις 5 ετών. Από εκείνη τη στιγμή άρχισε να χαράζει το δικό της δρόμο. Ακολούθησε μια μακρά περίοδος μουσικών σπουδών στην Αθήνα με σημαντικούς δασκάλους στο πλευρό της, καθώς και τιμητικές διακρίσεις.
Το 1929 και σε ηλικία 19 ετών αναχωρεί για το Παρίσι προκειμένου να συνεχίσει τις σπουδές της. Ολοκληρώνοντας εκεί έναν κύκλο σπουδών, ταξιδεύει μέχρι το Λονδίνο όπου γίνεται μαθητευόμενη του Σεργκέι Ραχμάνινοφ. Στο πλευρό του Σεργκέι λοιπόν, η Τζίνα γυρίζει πολλά μέρη σ' όλο τον κόσμο. Λίγο μετά το 1935 αρχίζει η μεγάλη πορεία της στη μουσική. Στα μέσα του 1930 αποφασίζει να μείνει μόνιμα στην Αίγυπτο με τον πρώτο της σύζυγο, επιχειρηματία Ιωάννη Χριστοδούλου, ο οποίος πεθαίνει το 1950, με αιφνίδιο τρόπο. Ο δεύτερος σύζυγος της Τζίνα ονομάζεται Άλεκ Σέρμαν, βρετανικής καταγωγής. Παιδιά δεν απέκτησαν ποτέ.
Η ζωή της σημαντικής αυτής πιανίστριας περιείχε τα πάντα. Φήμη, διεθνή αναγνώριση, δόξα. Μέχρι την 22α Αυγούστου του 1976 όπου η Τζίνα Μπαχάουερ άφησε την τελευταία της πνοή. Βρέθηκε νεκρή στο δωμάτιό της, από τον άντρα της Σέρμαν εξαιτίας καρδιακής ανακοπής. Ένα μαύρο φόρεμα φορούσε εκείνη τη νύχτα καθώς ετοιμαζόταν να αναχωρήσει από το σπίτι της για το Ηρώδειο, για να μαγέψει για άλλη μια φορά το κοινό της με τις υπέροχες μελωδίες της.
Το επιβλητικό της σπίτι στο ρέμα Χαλανδρίου, πάνω στον πεζόδρομο του προφήτη Ηλία αποτελεί την εστία του μύθου, και οι φήμες και μαρτυρίες των γειτόνων, τον καπνό. Μαρτυρίες για παράξενους ήχους που ακούγονται μέσα από το σπίτι τη νύχτα, μελωδίες πιάνου, κλάματα, φωνές.. Φήμες ή όχι ποιος ξέρει.. Μπορεί απλά η Τζίνα να έχει μείνει πίσω, εδώ στο σπίτι της, για να τελειώσει κάτι που δεν άρχισε ποτέ... Το τελευταίο της κονσέρτο.

Οδός Πύρωνος και Προαιρεσίας - Παγκράτι.

Το σπίτι του πολιτευτή Μπακόπουλου, από την Αρκαδία. Κατά την κατοχή, εγκαταστάθηκε εκεί η Γκεστάπο. Έπειτα από την απελευθέρωση της Ελλάδος, όλοι οι κάτοικοι της περιοχής, ανεξαρτήτως γενεάς, μιλούν για τις φωνές και τις κραυγές αυτών που θανατώθηκαν από τους Ναζί. Θα μου πείτε, γεννήματα της φαντασίας. Μπορεί. Όπως και οι λευκές και κόκκινες κουρτίνες που κυματίζουν τις νύχτες από τα σπασμένα παράθυρα… και το πρωί, δεν υπάρχουν..
Πάντως όλοι δεν συμφωνούν «Κανένα φάντασμα δεν υπήρξε ποτέ εδώ, το μόνο που είχαμε ακούσει ως παιδιά ήταν για το στοιχειωμένο σπίτι της οδού Μάρκου Μουσούρου» συμπληρώνει μια κάτοικος της περιοχής. Όπως ήταν αναμενόμενο και κατά την επίσκεψή μας στην παρακείμενη οδό του πρώτου νεκροταφείου, Μάρκου Μουσούρου, κανένα σπίτι με εμφανή τα σημάδια εγκατάλειψης δεν ανακαλύψαμε. Η ιδιοκτήτρια του ανθοπωλείου της περιοχής άλλωστε μας ενημέρωσε πως «πιο πιθανό είναι τα φαντάσματα να προτιμούν το νεκροταφείο για τις βόλτες τους παρά κάποιο σπίτι εδώ κοντά. Έχει και μεγαλύτερη άπλα…»

Οδός Σμολένσκι 4, Ν. Φάληρο


Ένα παράξενο φάντασμα “φιλοξενεί” ο πύργος  της οδού Σμολένσκυ 4 ή για τους λάτρεις του μεταφυσικού ο «Πύργος των Ονείρων». στο Νέο Φάληρο. Ένα φάντασμα που ανήκει σε έναν άνθρωπο που μοναδική του φιλοδοξία ήταν να αποκτήσει ένα αξίωμα.
Ο ιδιοκτήτης του πύργου, ο έμπορος υφασμάτων Καρτάλης, παρά τα πλούτη που είχε, ποθούσε απεγνωσμένα να αποκτήσει ένα τίτλο, γι’αυτό και οι φίλοι του τον αποκαλούσαν “κύριο Δήμαρχο” ή “κύριο Υπουργό”!
Οι γηραιότεροι κάτοικοι της περιοχής αναφέρουν πως σε νεαρή ηλικία ήθελε να γίνει τενόρος αλλά δεν τα κατάφερε μετά από άρνηση του πατέρα του μιας και το επάγγελμα, παρόμοιο του θεατρίνου, θεωρούνταν ιδιαιτέρως υποτιμητικό.
Ο Κούρταλης δεν παντρεύτηκε ποτέ και μέχρι και σε μεγάλη ηλικία «έβγαινε στο μπαλκόνι και τραγουδούσε άριες φορώντας μια λιγδιασμένη φθαρμένη ρεπούμπλικα» μαρτυρούν οι γείτονες.

Σταδιακά απομονώθηκε σπίτι του και στα τελευταία του λένε πως τρελάθηκε. Παρόλο που η περιουσία του είχε εκμηδενιστεί και το σπίτι είχε περιέλθει στο δημόσιο λόγω οφειλών, ο ίδιος συνέχισε να κατοικεί εκεί ώσπου απεβίωσε στο νοσοκομείο έπειτα από τραυματισμό του. Βέβαια η μεταφυσική εκδοχή της ιστορίας, όπως και κάθε μεταφυσικής ιστορίας που σέβεται τον εαυτό της, θέλει τον Κούρταλη να πεθαίνει εντός του Πύργου κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες.
Από το θάνατό του κι έπειτα το φάντασμά του «κυρίου Δημάρχου», όπως τον φώναζαν οι φίλοι εξαιτίας της μεγαλομανίας του, περιπλανάται στα δωμάτια του σπιτιού διεκδικώντας την κυριότητα του πύργου φωνάζοντας «Μακριά από τον Πύργο! Είναι δικός μου!».
Σήμερα ο πύργος στέκει μισογκρεμισμένος, με έντονα τα στοιχεία τόσο της εγκατάλειψης όσο και της καταπάτησης. Αν και πριν περίπου ένα χρόνο είχε ανακοινωθεί η πώλησή του, μέσω ΤΑΙΠΕΔ, σε ιδιώτη του οποίου το όνομα δεν έγινε γνωστό, καμία εργασία αναπαλαίωσης δεν έχει ξεκινήσει με αποτέλεσμα τα «άστεγα φαντάσματα» της περιοχής να συνεχίζουν να τον καταπατούν…
Την εικόνα εγκατάλειψης του σπιτιού συμπληρώνουν τα φθαρμένα αντικείμενα που βρίσκονται στο εσωτερικό του, οι μισογκρεμισμένοι τοίχοι και οι κλειστές πολυκαιρισμένες κούτες που δίνουν την εντύπωση ότι εγκαταλείφθηκε βιαστικά.
«Πριν από αρκετά χρόνια έμενε μια οικογένεια στο ισόγειο, παράνομα βέβαια» επιβεβαιώνει η κ. Μαρία που κατοικεί στη διπλανή πολυκατοικία. «Εγώ 25 χρόνια μένω εδώ δίπλα, κανένα φάντασμα δεν έχω δει, καμία πόρτα δεν ανοιγοκλείνει τα βράδια, κανένας Κούρταλης δεν διεκδικεί τη νύχτα την κυριότητα του Πύργου» συμπληρώνει. Η κυρία Τασία, κάτοικος κι εκείνη της γύρω περιοχής αναφέρει πως ο πύργος είναι πια «ένα στολίδι παραμελημένο που έχει μετατραπεί σε εστία μόλυνσης».
Όπως επιβεβαιώνεται για την ώρα, τα μόνα φαντάσματα που κατοικούν τον Πύργο είναι άστεγοι ή χρήστες ναρκωτικών ουσιών. «Άντε καμιά φορά να μπουν μέσα για μερικές ώρες έφηβοι για εξερεύνηση. Αυτές είναι οι παρουσίες που συναντά κανείς στον Πύργο και είναι τόσο πραγματικές όσο εσείς κι εγώ που μιλάμε εδώ τώρα» λέει η κ. Μαρία.

Παλλήνη, Το αγροτόσπιτο


Στην περιοχή της Παλλήνης έχουν αναφερθεί παράδοξα φαινόμενα, γίνεται λόγος για εμφάνιση νεράιδων και ξωτικών. Μέσα σε χωράφια στην αρχή το 20ου αιώνα ανεγέρθηκε μία δίπατη βίλα. Πολλές προσθήκες έχουν γίνει μεταγενέστερα. Αν κοιτάξουμε το κτίριο από ψηλά βλέπουμε ότι σχηματίζεται σταυρός.
Από τους γείτονες έχουν αναφερθεί πως την νύχτα ακούγονται φωνές και ακανόνιστα φώτα να περνούν από δωμάτιο σε δωμάτιο (εκεί ήταν κέντρο βασανισμών κατά την κατοχή). Δύο άτομα με ψυχικές ικανότητες πλησίασαν το σπίτι αλλά κάτι δεν τους άφηνε να μπουν μέσα, κάτι τους απωθούσε ψυχικά. Την περιοχή της Παλλήνης την θεωρούσαν ως πέρασμα στον Άδη. Είναι μήπως αυτό το σπίτι πύλη σε άλλη διάσταση; Έχουν επίσης αναφερθεί πολλές ανεξήγητες εξαφανίσεις ανθρώπων στην περιοχή.

Πεντέλη, Ανάκτορο της Ροδοδάφνης και η Δούκισσα της Πλακεντίας


Η αγάπη της για τη κόρη της, τη Καρολίνα – Ελίζα, την έκανε να τη ταριχεύσει και να της φέρεται σα ζωντανή… Μια πυρκαγιά όμως, αποτέφρωσε το πτώμα της μικρής… Από τότε η Δούκισσα, φορούσε πάντα λευκά, και έκλαιγε για την κόρη της… ώς σήμερα…

Πικέρμι Αττικής, Βίλα Καλλέργη


Ένα από τα πιο στοιχειωμένα σπίτια ήταν και η βίλα Καλλέργη, στην Παλλήνη. Σήμερα αυτό το κτίριο έχει κατεδαφιστεί. Σε περίμετρο 10 μέτρων δεν φύτρωνε τίποτα γύρω από το κτίσμα. Στα 20 μέτρα υπήρχαν κίτρινες τούφες γρασίδι και σε αρκετή απόσταση (άνω των 50 μέτρων), βλάστηση. Αν κάποιος φωτογράφιζε το κτίσμα οι φωτογραφίες είχαν κανονικά χρώματα πάνω από το σπίτι, ενώ στο επίπεδο του σπιτιού είχαν χρώματα ξεφτισμένα... κίτρινο-πράσινα.
Η τοποθεσία ήταν από την αρχαιότητα γνωστή ως τοποθεσία όπου λάμβαναν χώρο παράδοξα φαινόμενα. Σε αυτήν, το 18ο και το 19ο αιώνα, άνθρωποι χάνονταν, ενώ υπήρχαν συχνές εμφανίσεις ξωτικών και νεραϊδών.
Το συγκεκριμένο σπίτι  χτίστηκε το 1910  από τον πλούσιο έμπορο Περικλή Καλλέργη, ο οποίος ασχολήθηκε και με τα παραψυχολογικά φαινόμενα και τις επικλήσεις πνευμάτων. Γι’ αυτό και το σπίτι είχε κάποιες αρχιτεκτονικές ιδιαιτερότητες, όπως η έλλειψη αυλής, ο ακτινωτός ήλιος στην πρόσοψή του και ο προσανατολισμός του, που ήταν ίδιος με αυτόν τον εκκλησιών. Λένε πως στη συγκεκριμένη βίλα ο ιδιοκτήτης της πραγματοποιούσε διάφορες τελετές. Ο Καλλέργης δεν είχε αίσιο τέλος, καθώς σε κάποια φάση αυτοκτόνησε αφού πριν δολοφόνησε τη γυναίκα του. Κατά μια άλλη εκδοχή η οικογένεια ξεκληρίστηκε από τους ναζί κατακτητές που έλεγαν ότι τους άρεσε πολύ ο διάκοσμος με τους μαιάνδρους στα ταβάνια και ότι τους θύμιζε το έμβλημα της σβάστικας....
Τελικά στην Κατοχή η βίλα χρησιμοποιήθηκε από τα στρατεύματα κατοχής ως τοπικό φρουραρχείο και στα υπόγειά του γίνονταν βασανιστήρια.
Οι μετέπειτα ένοικοι του σπιτιού έμεναν σε αυτό μόνο μικρά χρονικά διαστήματα, ενώ κάποια στιγμή κάποιοι έσκαβαν το υπόγειο λόγω διαφόρων φημών περί κρυμμένου θησαυρού.
Το 1978 ο τελευταίος κηπουρός της βίλας βρέθηκε εκεί απαγχονισμένος.
Το 1981 κάτι "επιτέθηκε" σε ένα ζευγαράκι που βρήκε καταφύγιο στο προαύλιο του σπιτιού ενώ κάποιοι έδειξαν φωτογραφίες ενός φαλακρού άνδρα που εμφανίστηκε ξαφνικά σε διπλανό δωμάτιο κατά την εξερεύνησή που έκαναν στο σπίτι. Αξιοσημείωτο επίσης ότι τη δεκαετία του '80 γνωστός σκηνοθέτης με το επιτελείο του έφυγε τρέχοντας, πηδώντας απ' τα παράθυρα, όταν αντιλήφθηκαν ότι "κάτι το εξώκοσμο" τους έκανε συντροφιά.
Οι μάρτυρες των περίεργων φαινομένων είναι πολλοί, μεταξύ αυτών και ο τραγουδιστής Γιώργος Γερολυμάτος μαζί με άλλα έντεκα άτομα: Ένα βράδυ που είχαν επισκεφτεί το σπίτι, άκουγαν για αρκετή ώρα έναν παράξενο ήχο σαν σύρσιμο και ένα ουρλιαχτό που ακολουθούσε.
Το σπίτι, εκτός των άλλων, είχε και άλλες ιδιαιτερότητες λόγω της περίεργης αρχιτεκτονικής του. Μερικές από αυτές ήταν η έλλειψη αυλής, η πρόσοψή του (που απεικόνιζε έναν ακτινωτό ήλιο) και ο προσανατολισμός του (όμοιος με αυτόν των εκκλησιών). Αποτελέσματα ερευνών που έγιναν στο παρελθόν έδειξαν αλλαγή, χωρίς εμφανή εξωτερική αιτία, στον ιονισμό της ατμόσφαιρας γύρω στα 30-50 μέτρα γύρω από το σπίτι. Σε συγκεκριμένα σημεία του σπιτιού, όπως στο βορειοανατολικό παράθυρο, εμφανίστηκαν υπερβολικές διακυμάνσεις, που οι εντάσεις τους κυμαίνονταν σε διαφορετικά επίπεδα από την ανατολή ως τη δύση του ηλίου.

Πύργος Αθανασόπουλου, νότια προάστια

Το επόμενο ξακουστό στοιχειωμένο σπίτι της Αθήνας στέγασε στη δεκαετία του ’30 μια αιματηρή ιστορία χαρακτηριζόμενη από την κοινή γνώμη ως «το έγκλημα του αιώνα».
Ήταν νύχτα της 3ης προς 4η Γενάρη του 1931. Παγωνιά. Το σπίτι στη συμβολή των οδών Θησέως και Αγ. Πάντων, στου Χαροκόπου ήταν σκοτεινό. Πίσω από τους τοίχους του, όμως, διαπράττονταν ένας βιασμός. Ο Δημήτρης Αθανασόπουλος, εργολάβος, βίαζε παρά φύσει τη σύζυγό του Φούλα. Ο Αθανασόπουλος, αμετανόητος γυναικάς με ελαστικότατη συνείδηση, είχε αγανακτήσει με τη γυναίκα του που του αρνιόταν κάτι, που άλλες του έδιναν πρόθυμα. Μεταξύ αυτών και η μητέρα της συζύγου του και πεθερά του! Ήταν η τελευταία φορά που θα επιδίδονταν σε σεξουαλική πράξη. Την επομένη θα ήταν νεκρός.
Η Φούλα Αθανασοπούλου, πανέμορφη και δροσερή στα 25 της, είχε παντρευτεί τον Αθανασόπουλο απογοητεύοντας στρατιές θαυμαστών. Ο Αθανασόπουλος, κατά πάσα πιθανότητα, διατηρούσε σχέση με τη μητέρα της, Άρτεμη Κάστρου, μια ακόλαστη και άνευ φραγμών 45 χρονη γυναίκα, η οποία δεν δίστασε να παντρέψει την κόρη της με τον εραστή της. Και το χειρότερο είναι πως, εξακολούθησε να έχει περιστασιακές ερωτικές σχέσεις με το γαμπρό της.
Εκείνη τη νύχτα ο Αθανασόπουλος ήταν σε έξαλλη κατάσταση. Κακοποίησε βάναυσα τη Φούλα, η οποία κατόρθωσε να του ξεφύγει και να ζητήσει βοήθεια από τη μητέρα της. Η αντίστροφη μέτρηση για τον Αθανασόπουλο είχε αρχίσει.
Η Κάστρου αποφάσισε την εκτέλεση του Αθανασόπουλου. Δεν είπε τίποτα στην κόρη της. Συνεννοήθηκε με τον 18χρονο Δημήτρη Μοσκιό, ανηψιό της, ερωτοχτυπημένο με την όμορφη Φούλα, και διανοητικά ασταθή. Ίσως να τον έπεισε λέγοντάς του πως μετά το φονικό, η Φούλα θα ήταν ελεύθερη για εκείνον να τη διεκδικήσει. Σημασία έχει πως ό,τι του είπε, τον έπεισε. Φρόντισε να τον μεθύσει με ούζο και ο Δημήτρης Μοσκιός απείχε ελάχιστα από το να γίνει δολοφόνος
5 Γενάρη 1931. Στο σπίτι στου Χαροκόπου ο Αθανασόπουλος κοιμάται. Ο Μοσκιός τον πυροβολεί και τον σκοτώνει. Η Φούλα παρακολουθεί, χωρίς να συμμετέχει, αλλά και χωρίς να παρεμποδίζει το έγκλημα. Με παρότρυνση της Κάστρου και με τη βοήθεια της 38χρονης Γιαννούλας Μπέλλου, υπηρέτριας του σπιτιού, βάζουν φωτιά στο πτώμα του Αθανασόπουλου. Ο καπνός και η έντονη μυρωδιά, όμως, τις αναγκάζουν να σταματήσουν. Το πτώμα τεμαχίζεται, γίνεται πακέτα και παραδίδεται στον Σπύρο Μαγουλόπουλο, θαυμαστή επίσης της Φούλας για να το ξεφορτωθεί. Αυτός τα δίνει στον καραγωγέα Γιώργο Κορναράκη, με την εντολή να τα πετάξει στο ρέμα του Ιλισσού. Έτσι και έγινε.
Για κακή τους τύχη, τα μακάβρια δέματα σκαλώνουν στις όχθες του ποταμού, όπου τα ανακαλύπτει διερχόμενος διαβάτης. Ειδοποιείται η αστυνομία. Η αποκάλυψη των ενόχων δεν είναι μακριά.
Το έγκλημα στου Χαροκόπου έπεσε σαν βόμβα στην Αθηναϊκή κοινωνία και συντάραξε ολόκληρη της Ελλάδα, που προσπαθούσε να επουλώσει τις πληγές της από την τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής. Μάλιστα, ξεπέρασε τα όρια της χώρας και ταξίδεψε σε ολόκληρο τον κόσμο. Την πολύκροτη δίκη των κατηγορουμένων παρακολούθησαν και πολλοί ξένοι ανταποκριτές. Από τότε λέγεται ότι στο σπίτι  παρουσιάζει περίεργα φαινόμενα.
Η δίκη θα κρατήσει αρκετούς μήνες. Οι καταδίκες ήταν βαριές.
1) Άρτεμις Κάστρου, σύζυγος Παναγιώτου, ετών 45, εις θάνατον.
2) Σοφία Αθανασοπούλου, σύζυγος Δημητρίου, ετών 25, εις θάνατον.
3) Γιαννούλα Μπέλλου του Γεωργίου, ετών 38, εις ισόβια δεσμά
4) Δημήτριος Μοσκιός του Περικλέους ετών 18, κάθειρξις 20 ετών
5) Σπύρος Μαγουλόπουλος, κάθειρξις 18 μηνών
Από την κυβέρνηση του Τσολάκογλου μάνα και κόρη αποφυλακίζονται. Η Φούλα παντρεύεται όχι τον Διευθυντή των φυλακών, αλλά έναν συνταγματάρχη, τον Αγαπητό Κομήτη. Υπήρξε υποδειγματική σύζυγος και πέθανε το 1971 από καρδιά. Ένα χρόνο αργότερα πέθανε και ο σύντροφός της Η Κάστρου υπέφερε πολύ στα τελευταία της, που τα πέρασε κατάκοιτη στο κρεβάτι, τρελάθηκε και πέθανε το 1956. Ο Μοσκιός είχε πεθάνει νωρίτερα, αφού είχε εισαχθεί στο Δρομοκαϊτειο. Η πνευματική του υγεία διαταράχθηκε ανεπανόρθωτα από το φόνο.  .
Το έγκλημα στου Χαροκόπου ήταν τόσο ειδεχθές και απεχθές, που ειπώθηκαν και γράφτηκαν πολλά. Έγινε ακόμη και τραγούδι, «Κακούργα πεθερά» σε στίχους του Γιακουμή Μοντανάρη και μουσική του Μάρκου Βαμβακάρη.
Υπήρξε ένα από τα ειδεχθέστερα εγκλήματα της ελληνικής κοινωνίας του ‘30, και φαίνεται πως ενέπνευσε και σ αυτή την περίπτωση άλλη μια μεταφυσική ιστορία. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, ο Αθανασόπουλος ακουγόταν να εκλιπαρεί για έλεος λίγο πριν δεχτεί τις θανατηφόρες μαχαιριές.
Σήμερα το σπίτι του δεν υπάρχει πια. Κάτοικοι της περιοχής αναφέρουν πως η οικία δεν ήταν καν στη Χαροκόπου αλλά σε ένα παρακείμενο δρόμο. Άλλοι ισχυρίζονται πως το σπίτι ήταν στη γωνία Χαροκόπου και Φραντζή όπου τώρα πια υπάρχει μια πολυκατοικία και στο ισόγειο στεγάζεται ένα βενζινάδικο. Στην οδό Χαροκόπου υπάρχει μόνο ένα εγκαταλελειμμένο σπίτι στο οποίο ζούσε μια οικογένεια πριν μερικά χρόνια. «Η ιστορία είναι τόσο παλιά που το φάντασμα του Αθανασόπουλου, αν υπήρξε, θα έχει πλέον αναπαυθεί» αναφέρει ο κ. Γιώργος ένας από τους θαμώνες του καφενείου της περιοχής.

Χαϊδάρι, στρατόπεδο διαβιβάσεων ΚΕΔΒ


Η βορινή πλευρά του στρατοπέδου βλέπει προς το βουνό και έχει ένα μικρό δρομάκι (χωρίς φώτα). Εκεί υπάρχει μια πύλη και μια σκοπιά που επιβλέπει το δρόμο. Στο σημείο που είναι η σκοπιά ήταν ο χώρος των παλιών κρατητηρίων.
Για την ιστορία, το στρατόπεδο κατασκευάστηκε από τους Γερμανούς στον Β’ Παγκόσμιο σαν φυλακή. Έχει πεθάνει πολύς κοσμάκης εκεί μέσα. Αργότερα έγινε στρατόπεδο.
Δεκαετία του ’80 και στη συγκεκριμένη σκοπιά βρίσκεται ένας στρατιώτης. Φυλάει “γερμανικό” νούμερο 2-4. Κάποια στιγμή περνά μια κοπέλα μαυροφορεμένη. Ο στρατιώτης της πιάνει συζήτηση γιατί η κοπέλα δείχνει να φοβάται που περνά από εκείνο το σημείο τέτοια ώρα , οπότε προσπαθεί να την καθησυχάσει. Η κοπέλα τώρα νοιώθει καλύτερα και αρχίζει και συνομιλεί με τον στρατιώτη ο οποίος για να περάσει και η ώρα την πείθει να κάτσει λίγο μαζί του να μιλήσουν. Η ώρα περνά και η κοπέλα αποφασίζει να φύγει. Κανονίζουν να βρίσκονται κατ’ αυτόν τον τρόπο όποτε ο στρατιώτης θα είχε νούμερο εκεί και μέχρι να βγει εξοδούχος να συναντηθούν και έξω. Συναντήθηκαν 3 φορές ακόμα.
Την τελευταία φορά η κοπέλα φεύγοντας ξεχνά την τσάντα της. Ο στρατιώτης την παίρνει και αποφασίζει να την παραδώσει ο ίδιος. Βρίσκει ταυτότητα και διεύθυνση μέσα στην τσάντα της. Πάει την μέρα που είναι εξοδούχος να την παραδώσει στο σπίτι της , όπου συναντά μια κυρία μαυροφορεμένη και ζητά να δει την κοπέλα που γνώρισε. Η γυναίκα του λέει ότι η κόρη της πέθανε πριν 3 μήνες. Ο στρατιώτης γυρνά στο στρατόπεδο και λέει το τι έχει γίνει σε 2 φίλους του οι οποίοι δεν τον πιστεύουν.
Την επόμενη φορά που έχει σκοπιά ο ίδιος σε εκείνο το σημείο που συνάντησε την κοπέλα , αυτοκτονεί. Μέχρι το 1992 είχαν αναφερθεί επίσημα αυτοκτονίες στρατιωτών και στρατιώτες που παρουσίασαν “ψυχικές διαταραχές” και τους έκλεισαν μέσα. Όλοι τους είχαν κοινό σημείο ότι είχαν σκοπιές στο συγκεκριμένο σημείο. Το 1990 αποφασίστηκε από το Υπουργείο Αμύνης να μην ξαναυπάρξει σκοπιά στο συγκεκριμένο σημείο και απαγορεύεται στους πάντες, εντός και εκτός στρατοπέδου καθώς και στα περίπολα του στρατοπέδου να πλησιάσουν τον χώρο των παλιών κρατητηρίων.
Έξω από τα κρατητήρια έχει τοποθετηθεί ένας τεράστιος σταυρός και στις πόρτες του κτιρίου άλλοι πιο μικροί σταυροί. Για όποιον δε πιστεύει ας πάει στη βορινή πλευρά έξω από το στρατόπεδο να δει ο ίδιος τον χώρο. Ανεπίσημα, τη δεκαετία του 1980-1990 το Στρατόπεδο αυτό είχε τις περισσότερες αυτοκτονίες στρατιωτών σε όλη την Ελλάδα…

Χαϊδάρι, Μπλόκ 15.


Ένας ακόμη “μυστήριος” τόπος. Πρόκειται για το στρατόπεδο συγκέντρωσης του Χαϊδαρίου, το οποίο άρχισε να λειτουργεί από τον Σεπτέμβριο του 1943 και σταμάτησε στα τέλη Σεπτεμβρίου του 1944, όταν οι Γερμανοί άρχισαν να αποσύρονται από τα ελληνικά εδάφη. Πρόκειται για εγκαταστάσεις στρατώνα που είχε ιδρύσει ο Ιωάννης Μεταξάς το 1936 στη θέση «Καραϊσκάκη». Υπολογίζεται ότι από αυτό το στρατόπεδο συγκέντρωσης πέρασαν συνολικά πάνω από 21.000 κρατούμενοι, και εκτελέστηκαν συνολικά 1.800…
Το κτίριο, η επιγραφή ”Βλέπε – Άκου – Σώπα”, οι κρίκοι των αλυσίδων και οι τρύπες από τις σφαίρες στους τοίχους, διηγούνται πολλές ιστορίες…

ΕΚΤΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ

Άμφισσα, Το στοιχειωμένο σπίτι με τον αριθμό 13


Άμφισσα, Οδός Γιδογιάννου, αριθμός 13... Οι μακάβριες ιστορίες που ακολουθούν εδώ και δεκαετίες την ερειπωμένη μονοκατοικία είναι γνωστές σε όλους τους κατοίκους της Άμφισσας. Το σπίτι βρίσκεται σε έναν από τους πιο κεντρικούς δρόμους της πόλης, σχεδόν δίπλα στα σχολεία και σε απόσταση αναπνοής από τον πεζόδρομο που φιλοξενεί αρκετά πολυσύχναστα καφέ και μπαράκια. Περίεργα περιστατικά όμως συνέβαιναν εκεί που είχαν ως αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί στοιχειωμένη η μονοκατοικία. Ποια είναι αυτά; Κρατηθείτε: Άλλοι μιλούν για κραυγές που βγαίνουν από τα υπόγεια του σπιτιού κατά τη διάρκεια της νύχτας, άλλοι λένε για ένα κοριτσάκι που τριγυρνάει στα δωμάτια του σπιτιού, μερικοί υποστηρίζουν πως τα έπιπλα αλλάζουν θέση μόνα τους και ορισμένοι έχουν δει τη συσκευή του τηλεφώνου να χτυπάει χωρίς να είναι συνδεδεμένη στην πρίζα!

Αχλαδόκαμπος, Το σπίτι του Διαμαντέικου

Ανάμεσα στις πολλές ιστορίες που διαδίδονται για στοιχειωμένα σπίτια στον ελλαδικό χώρο συγκαταλέγεται η ιστορία του Διαμαντέικου σπιτιού στην περιοχή του Αχλαδόκαμπου.
Η υπηρέτρια του παλιού αρχοντικού ήταν η πρώτη που ανέφερε πως είδε κάποιες φευγαλέες θεόρατες παρουσίες να πλανιούνται στο σπίτι. Πίστεψε όπως είπε πως ήταν βρικόλακες που έκαναν την εμφάνισή τους κάθε Τετάρτη και Παρασκευή και επιχειρούσαν να φάνε το αλεύρι από τις αποθήκες. Το 1925 το σπίτι πουλήθηκε στην οικογένεια Σελλή.
Οι καινούριοι ένοικοι ένιωσαν δυσφορία και ανησυχία με τη διάχυτη αίσθηση εχθρότητας στην ατμόσφαιρα, με τους ανεπαίσθητους ήχους αργόσυρτων βημάτων και το απειλητικό συναίσθημα ότι κάποιος τους παρακολουθούσε. Λίγους μήνες αργότερα η κατάσταση χειροτέρεψε, απότομοι υπόκωφοι κρότοι, πάταγοι και βουητά μυστηριώδους προέλευσης τάρασσαν τον ύπνο τους και τους ξυπνούσαν ξαφνικά τα βράδια.
Δεν υπήρχε αμφιβολία ότι αόρατα πλάσματα προσπαθούσαν να κάνουν αισθητή την παρουσία τους με διάφορους τρόπους, μανταλώνοντας τις πόρτες, αλλάζοντας θέση στα προσωπικά αντικείμενα, μισανοίγοντας τα πορτόφυλλα, ανάβοντας φώτα και προκαλώντας αλλόκοτες δαιμονικές λάμψεις κατά τη διάρκεια της νύχτας. Αυτά τα φαινόμενα δοκίμασαν γερά τα νεύρα των ενοίκων και τους ανάγκασαν να εγκαταλείψουν το ιδιόμορφο σπίτι. Οι επόμενοι κάτοικοι του αρχοντικού ήταν οι οικογένειες Διαμαντογιάννη και Δολίτση. Σύμφωνα με τους κατοίκους της περιοχής κάποια από τα μέλη της οικογένειας βρήκαν ατυχή και ανεξήγητο θάνατο και κυκλοφόρησε η φήμη ότι το σπίτι είναι καταραμένο.
Αρκετά χρόνια αργότερα, το 1945, μια παράξενα ηχηρή αστραπή πάνω από την οροφή του σπιτιού φαίνεται πως ήταν το τελευταίο σημάδι του περίεργου όντος το οποίο μπορούμε να υποθέσουμε ότι θεώρησε αρκετή την αναστάτωση που προκάλεσε και από εκείνη τη μέρα εξαφανίστηκε μια και καλή από το κτίσμα.

Βόλος, Το στοιχειωμένο σπίτι


Το αρχοντικό Κοντού βρίσκεται στο δρόμο Άνω Λεχωνίων Βόλου στην είσοδο του χωριού και χτίστηκε το 1900 μ.Χ. από την οικογένεια Κοντού.
Ο Κοντός ήταν Πρόξενος της Ρωσίας στην Ελλάδα. Η οικογένεια είχε μεγάλη περιουσία στη Ρωσία, στη Λωζάνη και στην Ελλάδα (Αθήνα και Βόλο). Σπίτι τους στο Βόλο ήταν το νεοκλασικό κτίριο Γαμβέτα με Τ. Οικονομάκη, που αγοράστηκε από το Δημ. Καβούρα και σήμερα ανήκει στο Πανεπιστήμιο -είναι βιβλιοθήκη.
Το ατύχημα για την οικογένεια ήταν ότι τα αγόρια πέθαναν από φυματίωση. Ο οικογενειακός τους τάφος υπάρχει στο νεκροταφείο Βόλου, μαζί και ο θρύλος ότι δηλητηριάστηκαν από σαμιαμήδι που έπεσε στο ρόφημά τους. Το πένθος έπεσε βαρύ στην οικογένεια. Έκτοτε το αρχοντικό εγκαταλείφθηκε.
Το 1920 περίπου η κόρη της οικογένειας, Θελξινόη πούλησε το σπίτι στο Γεώργιο Αλπάκη, που είχε τρεις κόρες κι έναν γιο, τη Σεραϊνα, την Αριστέα, τη Φρόσω και το Νίκο.
Ο Αλπάκης έδωσε το σπίτι προίκα στην κόρη του Φρόσω που παντρεύτηκε το Φ. Φιλιππίδη αγρότη από τις Πινακάτες. Η Φρόσω το έδωσε προίκα στη μεγάλη της κόρη που παντρεύτηκε τον Αντώνη Ασημάκη από τις Μηλιές.
Το αρχοντικό χρησιμοποιήθηκε άλλοτε ως ξενοδοχείο και άλλοτε ως πολυκατοικία. Από το 1930 έως το 1940 περίπου κατοικήθηκε από τις οικογένειες: Ολύμπιου, συμβολαιογράφων Δημητριάδη και Ν. Κότζια, οι οποίοι είχαν και τα συμβολαιογραφεία τους εκεί, από το βουλευτή Κ. Σαμαρά και το δάσκαλο Μαυράκη.


Το 1941 το παράξενο σπίτι στα Κάτω Λεχωνια του Βόλου επιτάχτηκε από τους Γερμανούς και επειδή η τοποθεσία του ήταν πολύ καλή έγινε αρχηγείο της Γκεστάπο. Τα υπόγεια και ημιυπόγεια του σπιτιού έγιναν χώροι φύλαξης αλλά και βασανιστηρίων. Πολλοί άνθρωποι εκεί μέσα βασανίστηκαν και βρήκαν βίαιο θάνατο.
Το 1944 εγκαταστάθηκε στο κτίριο η ΕΑΣΑΔ. Στη συνέχεια κατοικήθηκε από ανταρτόπληκτες οικογένειες, που έρχονταν από κοντινά χωριά του Πηλίου.
Το 1960 περίπου το σπίτι πουλήθηκε σε κάποιον εργολάβο Κουτσιδάκη, ο οποίος επισκευάζοντάς το δε σεβάστηκε την αξία του ως μνημείο και χρησιμοποίησε τα χειρότερης ποιότητας υλικά. Στο σοβά χρησιμοποίησε υπολείμματα ασετιλίνης αντί για ασβέστη που τα έπαιρνε από το εργοστάσιο «Οξυγόνο» του Βόλου. Οι τοιχογραφίες καταστράφηκαν όλες. Τρία χρόνια μετά αυτός αρρώστησε και πέθανε. Οι κόρες του το πούλησαν στο δικηγόρο Κίμωνα Χατζησταματίου.
Μια άλλη παραλλαγή της ιστορίας λέει ότι το σπίτι πουλήθηκε αμέσως μετά τον πόλεμο σε κάποιον από την Αθήνα αλλά κατά την διάρκεια της ανακαίνισης πολλοί εργάτες πάθαιναν συνέχεια ατυχήματα, εκ των οποίων ένας πέθανε και δύο μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο.
Αφού τελείωσε η ανακαίνιση και η οικογένεια εγκαταστάθηκε στο σπίτι σε χρονικό διάστημα 6 μηνών άρχισαν να συμβαίνουν τραγικά πράγματα. Τα παιδιά πέθαναν από διάφορες αρρώστιες, η γυναίκα αυτοκτόνησε και ο άντρας πλέον στα χαμένα εγκατάλειψε το σπίτι και γύρισε στην Αθήνα.
Το σπίτι αργότερα το πήρε ένας κτηματομεσίτης ο οποίος αποφάσισε να το κατεδαφίσει για να πουλήσει το οικόπεδο. Την πρώτη μέρα όμως της κατεδάφισης πέθανε ένας εργάτης πάνω στην μπουλντόζα από ανακοπή καρδιάς και ματαιώθηκε η κατεδάφιση. Άνθρωποι που περνάνε έξω από αυτό το σπίτι λένε πως μερικές φορές ακούνε κλάματα και παράξενους ήχους· οι κάτοικοι της περιοχής υποστηρίζουν ότι είναι οι ψυχές των ανθρώπων που έχουν βρει βασανιστικό θάνατο.
Όσοι πήγαν να εξερευνήσουν το σπίτι είχαν περίεργα ατυχήματα όπως τα κινητά τους έκλειναν η τελείωναν οι μπαταρίες από τους φακούς που είχαν μαζί. Επίσης τα άτομα που έχουν μπει μέσα ισχυρίζονται ότι όσο δυνατά και να φωνάξει κάποιος μέσα στο σπίτι η φωνή του δεν ακούγεται έξω από αυτό!
Τι είναι αλήθεια και τι είναι ψέμα από όλα αυτά είναι δύσκολο να σας πώ.
Πάντως σήμερα το αρχοντικό είναι ακατοίκητο και ερειπωμένο. Είναι όμως από τα χαρακτηριστικότερα δείγματα του νεοκλασικισμού. Περιλαμβάνει υπόγειο, ισόγειο, πρώτο όροφο και σοφίτα.
Θεσσαλονίκη, Το σπίτι της Ν. Κρήνης,

Βρίσκετε στο τέλος της Αρετσούς (στην Κρήνη) κοντά στην Remvi. Στις πόρτες και στα παράθυρα υπάρχουν εικόνες της Παναγίας, λουλούδια και σκόρδα… Επίσης είναι και κλειδαμπαρωμένο. Θεωρείτε από πολλούς ότι είναι στοιχειωμένο… Αρκετός κόσμος, που το είχε φωτογραφήσει, πρόσεξε μια “μορφή” στις φωτογραφίες του…

Θεσσαλονίκη, Το κόκκινο σπίτι


Στη Θεσσαλονίκη πάντως αρκετοί θεωρούν «στοιχειωμένο» το σπίτι της Βασιλίσσης Όλγας, στον αριθμό 263.
Το κτίριο αυτό είναι έργο του αρχιτέκτονα Τζενάρι. Στην εμφανή πλινθοδομή που κυριαρχεί στην πρόσοψη οφείλει την ονομασία «Κόκκινο σπίτι» με την οποία είναι γνωστό στους Θεσσαλονικείς. Το κτίριο χτίστηκε το 1926 για τον βιομήχανο Ιωάννη Λόγγο από την Οικοδομική Εταιρεία Νέων Χωρών. Στο ισόγειο λειτουργούσε «Έκθεση Υφασμάτων Ναούσης».Και από εκεί ξεκινάει ο “Θρύλος μυστηρίου” που κρύβει αυτό το σπίτι.
Η "Ανώνυμος Οικοδομική Εταιρία Νέων Χωρών" που κατασκεύασε το κτίριο, χρεοκόπησε παραδόξως λίγο μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του κτιρίου, και συγκεκριμένα το 1931. Η βιομηχανική μονάδα του Λόγγου στην Νάουσα καταστράφηκε από πυρκαγιά, επίσης λίγα χρόνια μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του κτιρίου. Όλα αυτά έδωσαν τροφή για σενάρια …. Η όψη του κτιρίου με τα χρόνια δημιούργησε διαφόρους μύθους.. Το σπίτι θεωρείτε από πολλούς σαν στοιχειωμένο.. Άλλοι λένε ότι κατοικείται από «Βρυκόλακες»… Διάφοροι άλλοι θεωρούν ότι υπάρχει μια κατάρα για το σπίτι. Αυτοκτονίες, άνθρωποι που τρελαίνονται και μυστήρια γεγονότα έχουν συνδεθεί με το συγκεκριμένο σπίτι… Είπαμε η τωρινή του όψη προδιαθέτει.
Φημολογείται πως όσοι έχουν μείνει εκεί νύχτα ακούν φοβερούς θορύβους από φαντάσματα που κυκλοφορούν στα δωμάτια, με αποτέλεσμα να τρέπονται σε φυγή. Λέγεται πως συνοδεύει κατάρα και όποιος μένει εκεί κινδυνεύει να τρελαθεί, ενώ όποιος προσπαθήσει να το γκρεμίσει κινδυνεύει να πεθάνει.
Στο παρελθόν το πήραν δύο εργολάβοι για να το κατεδαφίσουν, όμως την ημέρα που πέρασε στην ιδιοκτησία τους ο ένας πέθανε από την καρδιά του και ο άλλος σκοτώθηκε σε τροχαίο ταξιδεύοντας στην Αθήνα.
Για το σπίτι αυτό γίνεται μεγάλη συζήτηση και μέσω του Internet. «Όποιος τολμάει ας πάει να το επισκεφτεί. Εγώ προτιμάω να μην περνάω ούτε απ’ έξω. Το σπίτι αυτό κρύβει κάποιο φοβερό μυστικό και όποιος είναι γενναίος ας πάει να το λύσει», διαβάζουμε σε ιστοσελίδα, ενώ ένας νεαρός περιγράφει τη δική του εμπειρία: «Πήγαμε χθες με φίλους αλλά δεν μπήκαμε μέσα γιατί φοβηθήκαμε. Τι θα συναντήσουμε; Μπορεί να σε ακολουθήσει το πνεύμα;».
Αρκετοί είναι αυτοί που αποφεύγουν ακόμη και να περνούν τη νύχτα έξω από το κτίριο ή αλλάζουν και πεζοδρόμιο με το φόβο πως ίσως κάτι κακό θα τους συμβεί εάν δεν υπακούσουν στους νόμους των «πνευμάτων».
«Έχουν ακουστεί διάφορα για όσους έχουν νοικιάσει ή έχουν θελήσει να κατεδαφίσουν το σπίτι της Βασ. Όλγας 263. Όμως απ’ ότι γνωρίζω το κτίριο ανήκει σε μία κατασκευαστική εταιρία και ο λόγος που δεν χτίζεται είναι ότι υπάρχει πρόβλημα με τα όρια του διπλανού οικοπέδου και η υπόθεση έχει φτάσει έως τον Άρειο Πάγο», λέει ο πρώην πρόεδρος των κτηματομεσιτών Θεσσαλονίκης, Γρηγόρης Λιάντας.
Δεν είναι όμως μόνο το συγκεκριμένο σπίτι που «βαφτίζεται» ως στοιχειωμένο στη Θεσσαλονίκη. Υπάρχουν και άλλα κτίρια που έχουν συνδεθεί με φήμες που κυκλοφορούν από στόμα σε στόμα για κακά πνεύματα ή για τραγικές ιστορίες που σημάδεψαν τους πρώην ιδιοκτήτες τους. Τέτοια είναι στην Αρετσού της Καλαμαριάς αλλά και στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, λίγο μετά το δικαστικό μέγαρο
Υπάρχουν ακόμη και οι προληπτικοί που κάνουν ένα «βήμα» παραπέρα και μιλούν και για περιοχές με αρνητική αύρα. Μεταξύ αυτών λένε πως είναι η πλατεία Τερψιθέας στην Άνω Πόλη και ο παλιός δρόμος της Θέρμης μετά τα νέα νεκροταφεία. Όπως αναφέρουν στις περιοχές αυτές η ατμόσφαιρα είναι βαριά και αφιλόξενη, ενώ η προσαρμογή δύσκολη.

Θήβα, η φάρμα της Θήβας

Κοντά στη Θήβα, όπως κατάλαβα από την εθνική οδό με κατεύθυνση Αθήνα προς Θεσσαλονίκη είναι λίγο πριν και δεξιά του δρόμου, κοντά σε ένα λόφο μια φάρμα. Τη φάρμα την είχε μια οικογένεια μέχρι το 1987, όποτε πουλήθηκε και έχει γίνει τώρα μια μεγάλη κτηνοτροφική μονάδα που περιβάλλεται από έναν οικισμό.
Πριν το 1987 η φάρμα αποτελούνταν από ένα μικρό σπιτάκι, το σιλό με τις τροφές και τον χώρο των ζώων -500 μοσχάρια. Στη φάρμα αυτή πήγαινε ένας νέος μαζί με τον παππού του και καμιά φόρα κάθονταν και τα βράδια στο σπιτάκι.
Ένα βράδυ, ενώ παππούς και εγγονός κοιμούνται, ακούνε δυνατό ποδοβολητό από τον χώρο που κοιμούνταν τα μοσχάρια. Ξυπνούν και σκέπτονται ότι γίνεται σεισμός και μετά πιο ψύχραιμα ότι κλέβουν τα μοσχάρια. Βγαίνουν από το σπιτάκι -του οποίου η πόρτα δεν κοίταζε προς την κατεύθυνση των μοσχαριών- κάνουν σιγά-σιγά το γύρο του σπιτιού -και μόλις φτάνουν στη γωνία που ξεκινά ο χώρος των μοσχαριών τότε κάθε θόρυβος σταματά απότομα και τα μοσχάρια κοιμούνται μακαρίως.
Άλλο βράδυ, το ίδιο σκηνικό, τα ίδια άτομα ξυπνούν από φασαρία στην κουζίνα του σπιτιού. Πιάτα σπάνε, φωνές και τσακωμοί ακούγονται. Στο μεταξύ το σπιτάκι είναι στη μέση του πουθενά, δεν υπάρχουν γείτονες η άλλη πηγή φασαρίας -εκτός από τα μοσχάρια πάντα. Μεταξύ του δωματίου που κοιμούνται και της κουζίνας μεσολαβούν 2 πόρτες και ένας διάδρομος. Πάνε σιγά-σιγά προς την κουζίνα, πλησιάζουν την πόρτα και ξαφνικά ησυχία... Ανοίγουν την πόρτα κανένας.
Άλλο βράδυ, ακούνε απ’ έξω από το σπιτάκι φασαρία, αυτοκίνητα να έρχονται, φωνές, κλάματα. ωχ -λένε- ήρθαν οι γύφτοι. Κλείνουν φώτα· κλειδώνουν μην τους πάρουν είδηση ότι είναι εκεί και ακούνε φωνές. Μέσα στη φασαρία καταλαβαίνουν ότι ακούν γερμανικά -raus- (έξω). Μετά ακούν φωνές, κλάματα, πυροβολισμούς, μετά ησυχία. Την επομένη μέρα βγαίνουν να δουν αν υπάρχουν ίχνη από κάλυκες. Τίποτε φυσικά, ούτε και κανένα ίχνος από τους "υποτιθέμενους τσιγγάνους".
Η συγκεκριμένη φάρμα είχε μια φήμη φαντασμάτων. Κανένας φύλακας δεν δεχόταν να κάτσει βράδυ εκεί και πολλά εκπαιδευμένα σκυλιά που άφηναν το βράδυ για φύλαξη το έσκαγαν μετά από 2-3 μέρες. Τι συνέβαινε; Κάποια στιγμή μάθανε ότι σε αυτό το μέρος, συγκεκριμένα στο λόφο οι γερμανοί είχαν εκτελέσει πολλούς κατά τη διάρκεια της κατοχής.

Κιλκίς, Ο στοιχειωμένος δρόμος

Yπάρχει ένας δρόμος κάπου έξω από το Κιλκίς, ο οποίος δρόμος φέρεται να είναι στοιχειωμένος από μία γυναίκα, τουρκικής καταγωγής την οποία είχε δολοφονήσει ο σύζυγός της.
Αν λοιπόν είσαι άνδρας και οδηγείς σ' αυτόν τον δρόμο μέσα στη νύχτα, ξαφνικά μπορεί να την δεις να τρέχει δίπλα σου και μην δοκιμάσεις να αυξήσεις ταχύτητα γιατί πάλι δίπλα σου θα τρέχει και αρχίζει και σου μιλάει. Είναι φοβερό να την βλέπεις γιατί είναι γεμάτη αίματα ή έχει κομμένο κεφάλι, το οποίο κρατάει στα χέρια της και αρχίζει να σου φωνάζει και να προσπαθεί να σε κάνει να χάσεις τον έλεγχο του αυτοκινήτου. Αν τώρα καταφέρεις και δε πετάξεις το αμάξι σε κανένα δέντρο πάνω στην τρομάρα σου και μπορέσεις και φύγεις, αυτό δε σημαίνει υποχρεωτικά ότι τη γλίτωσες. Όπως λένε, αν είχες κάνει το λάθος να της απαντήσεις ή να της μιλήσεις εν γένει, θα πεθάνεις μέσα σε λίγες μέρες γιατί σου αφήνει κατάρα.

Σύρος, Το κόκκινο σπίτι της Ερμούπολης


Στην Ερμούπολη της Σύρου, και στον δρόμο για το Κίνι, 2 χλμ. έξω από το κέντρο της πόλης, υπάρχει ένα σπίτι το οποίο είναι εγκαταλελειμμένο εδώ και καιρό. Πρόκειται για το σπίτι των Ρεΐζηδων στο Επισκοπείο, στο συριανό «Κολωνάκι». Στις καλές μέρες του ήταν ένα διώροφο αρχοντικό που πρόδιδε την οικονομική επιφάνεια της εφοπλιστικής οικογένειας που το κατοικούσε...
Σήμερα και ενώ έχουν γκρεμιστεί, τα γύρω σε αυτό σπίτια, και έχουν χτιστεί νέα με πιλοτές και κήπους, αυτό το σπίτι δεν έχει πειραχτεί καθόλου παρόλο ότι βρίσκεται σε πολύ καλή θέση. Δεν βλέπει παραλία αλλά τον μικρό κάμπο μέχρι το λόφο Αυγό.
Το συγκεκριμένο σπίτι δεν τολμά όμως κανείς να το αγοράσει γιατί υπάρχει ένας φόβος γενικά. Όποιος αγόρασε αυτό το οικόπεδο, πέθανε μετά από λίγο καιρό. Κανείς δεν έχει προλάβει να το γκρεμίσει και να χτίσει ένα νέο. Επίσης έχουν ακουστεί ότι οι γείτονες ακούνε μερικά βράδια θορύβους από αλυσίδες και λουκέτα. Και η αστυνομία έχει πάει αρκετές φορές για να βρει κάποια στοιχεία ώστε να αποκλείσουν την περίπτωση να είναι κάποιος που να τα κάνει αυτά. Να φανταστείτε το σπίτι δεν το πλησιάζουν ούτε σκυλιά ούτε τίποτα. Έχει το κάτι άλλο στην αύρα του. Το σπίτι εξωτερικά είναι βαμμένο στην ίδια απόχρωση του αίματος. Η ονομασία «κοκκινόσπιτο», λέγεται ότι δόθηκε από τους Συριανούς για να δηλώσουν το γεγονός ότι βάφτηκε κόκκινο από το αίμα των ιδιοκτητών του, των Ρεΐζηδων.
Το "κόκκινο σπίτι", στοιχειωμένο, καταραμένο, αιματοβαμμένο, σώζεται έως και τις μέρες μας, ερειπωμένο μεν, διατηρώντας όλο του το μεγαλείο δε.
Ζωσμένο με θρύλους, μύθους και παραδόσεις, το αντιμετωπίζουνε ως άντρο δαιμόνιων πνευμάτων. Παλιότερα υπήρχε η εντύπωση ότι ακούγονταν τα βράδια οι λυγμοί της Ρεΐζη, οι φωνές της Μαρίνας, τα γέλια της μικρής Άννας... Οι πιο προληπτικοί πιστεύουν ότι το σπίτι εξακολουθεί να έχει κακή ενέργεια, υποστηρίζοντας ότι όποιος τάραξε την ησυχία του ή τόλμησε να μετακινήσει έπιπλα και μικρότερα αντικείμενά του, βρήκε τραγικό θάνατο κάτω από ανεξιχνίαστες συνθήκες.
Οι πιο ρεαλιστές υποστηρίζουν ότι όλα αυτά ανήκουν στη σφαίρα της φαντασίας και εξυπηρετούν συγκεκριμένες σκοπιμότητες. Κάτοικος του Επισκοπείου θυμάται ότι ο χώρος για κάποιο διάστημα λειτούργησε ως τόπος συνάντησης χαρτοπαιχτών και παράνομων ζευγαριών και ότι ένας κύριος "με πολύ χιούμορ", διασκεδάζοντας με το φόβο των κατοίκων, τα βράδια τοποθετούσε στο κεφάλι του μια μεγάλη κολοκύθα με κεριά και τρομοκρατούσε τους θαμώνες του "στοιχειωμένου" σπιτιού...
Όλα αυτά μαζί με τα σενάρια περί ανυπαρξίας νομίμων κληρονόμων, ή περί κωλύματος πωλήσεως του σπιτιού, διατηρούν αναλλοίωτο τον θρύλο.


Η ιστορία της οικογένειας των Ρεΐζηδων
Είναι σχεδόν «κοινό μυστικό» στο Επισκοπείο, ότι η ιστορία της οικογένειας του σπιτιού, είναι μάλλον αληθινή και ότι υπάρχουν μέχρι και σήμερα στο νησί απόγονοι της, που προήλθαν κατά πάσα πιθανότητα από δεύτερο γάμο του Γιάννη Ρεϊζή, του μοναδικού που επέζησε της "καταστροφής", όταν η οικογένεια βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα και κατέφυγε στην Αθήνα.
Λένε, ότι οι απόγονοι της αιματοβαμμένης οικογένειας, εγκαταστάθηκαν ύστερα από πολλά χρόνια ξανά στο νησί, σε άλλο όμως σπίτι, με άλλο όνομα, προσπαθώντας έτσι να βγάλουν από πάνω τους τη «ρετσινιά». Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι ουδέποτε διεκδικήθηκε η τεράστια ακίνητη περιουσία...
Σύμφωνα με κατοίκους του νησιού, η ιστορία που αφηγείται στο βιβλίο του ο Μ. Καραγάτσης: "Η Μεγάλη Χίμαιρα", ίσως να είναι αληθινή και να στηρίχθηκε σε κάποια από τα αληθινά γεγονότα που στοίχειωσαν το "Κόκκινο σπίτι".
Η ιστορία του βιβλίου αφορά μια νεαρή Γαλλίδα που ονομάζεται Μαρίνα Μπαρέ και μεγαλώνει σε μια πόλη της Γαλλίας. Περνά δύσκολα παιδικά χρόνια, καθώς η μητέρα της για να μπορέσει να τους συντηρήσει μετά το θάνατο του πατέρα της, γίνεται πόρνη. Η συναίσθηση όλου αυτού της προκαλεί παιδικά τραύματα που την ακολουθούν στη ζωή της ώσπου γνωρίζει τον Έλληνα καπετάνιο Γιάννη Ρεϊζή... Ερωτεύονται και την παίρνει μαζί του στην Ελλάδα, στο νησί της Σύρου, όπου παντρεύονται και δημιουργούν οικογένεια. Η ζωή τους, κυλάει όμορφα, μέχρι όμως που τα πράγματα αλλάζουν, όταν η Μαρίνα γνωρίζει τον αδερφό του Γιάννη, τον Μηνά... Τότε δημιουργείται μεταξύ τους ένας παράφορος ερωτισμός, ο οποίος τελικά εκδηλώνεται σε ένα διάστημα που ο Γιάννης λόγω οικονομικών προβλημάτων, εργάζεται πάλι ως καπετάνιος στο καράβι τους. Εκείνη τη μοιραία νύχτα, του "ερωτισμού", η Μαρίνα χάνει το παιδί που έχει αποκτήσει με τον Γιάννη, την μικρή Αννούλα, από πνευμονία, ενώ παράλληλα μένει έγκυος από τον Μηνά (τον αδελφό του Γιάννη). Η πεθερά της, η γριά Ρεΐζαινα, που τους έχει πιάσει στο κρεβάτι της αμαρτίας, μετά την κηδεία της εγγονής της διώχνει τον μικρό γιο της (τον Μηνά), ο οποίος τελικά αυτοκτονεί... Ο Γιάννης ενημερώνεται για όλα αυτά, ενώ βρίσκεται ήδη στο ταξίδι του γυρισμού. Η δύσκολη τροπή της ζωής στο σπίτι των Ρεΐζηδων αλλά και η εγκυμοσύνη της Μαρίνας από τον Μηνά, ωθούν τελικά την Μαρίνα στην αυτοκτονία.
Το Κοκκινόσπιτο είναι γνωστό και για τα πέτρινα σκαλιστά πλακάκια του και τις υπέροχες οροφογραφίες και τοιχογραφίες του, που όπως επισημαίνουν οι περιβαλλοντικές ομάδες, «φθείρονται πάνω στους ετοιμόρροπους σοβάδες και βρίσκονται στα πρόθυρα της κατάρρευσης».
Το σπίτι εξωτερικά είναι βαμμένο στην ίδια απόχρωση του αίματος....
ΠΗΓΕΣ :

Από την ανάρτηση έχουν αφαιρεθεί φωτογραφίες μετά από απαίτηση του
MLP PhotoBlog

Δεν υπάρχουν σχόλια: